ΤΟ ΜΑΓΟΥΛΟ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΦΙΛΙΑ.


Ποιος σου είπε πως είμαι εδώ για να με χτυπάς; Ποιος σου δίνει  το δικαίωμα να το κάνεις; Να μου φέρεσαι έτσι; Να με τρομοκρατείς; Νομίζεις ότι σε φοβάμαι; Ε; Ναι λοιπόν σε φοβάμαι. Σε φοβάμαι όταν δεν μου μιλάς. Μα σε φοβάμαι και όταν μου μιλάς. Γιατί τότε σηκώνεις και το χέρι. Και το πόδι. Και ορμάς ολόκληρος πάνω μου σαν ζώο, σαν τέρας κανονικό. Μα πιο πολύ φοβάμαι εμένα. Που απλά κάθομαι σιωπηλός, δίχως να κάνω την παραμικρή κίνηση. Κρυμμένος στην σκιά της ντροπής μου. Μια σκιά που αρχικά ήταν μια γραμμούλα τόση δα. Και τώρα με έχει καταπιεί ολόκληρο. Και έχω ξεχάσει πώς είναι να βρίσκεσαι στο φως. Τί χρώμα είχε άραγε ο ήλιος; Η αίσθηση του ζεστού στο μάγουλο. Εκεί εκεί, στο ίδιο μάγουλο που άπλωνε η μαμά το χεράκι της για να με χαϊδέψει . Που με φίλαγε πριν με βάλει για ύπνο. Στο ίδιο μάγουλο που  τώρα είναι αποτυπωμένα πέντε δάχτυλα. Και στον λαιμό.. Και στην πλάτη. Πάλι μελάνιασε. Γαμώτο. Πώς θα με δουν πάλι έτσι;  Για μισό λεπτό.. Πάλι; Πότε ξανά; Α ναι ξέχασα. Τότε που είπα κάτι και δεν σου άρεσε. Τότε που είχες χρηστεί ξανά από τον εαυτό σου τιμωρός. Τότε που με έσπρωξες τόσο δυνατά που ένιωσα να μετακινούνται τα πάντα μέσα μου. Όλα εκτός από την καρδιά. Αυτή άσε την. Έχει κρυφτεί. Φοβάται. Εγώ; Εγώ δεν φοβάμαι; Που δεν μπορώ να μιλάω; Γιατί ξέχασα. Δεν είμαστε το ίδιο. Εσύ είσαι κάτι διαφορετικό. Είσαι κάτι άλλο. Είσαι κάτι. Γιατί δεν είσαι κάποιος. Δεν είσαι άνθρωπος εσύ. Δεν γίνεται να είσαι, όχι. Δεν σου αρέσουν αυτά που ακούς; Ε; Νόμιζες ότι ήμουν μουγγός. Πως έβγαζα μόνο κραυγές πόνου. Πως κλαψούριζα κάτω από τις σκάλες. Τώρα με ακούς; Τώρα εγώ με ακούω; Γιατί είμαι ακόμα εδώ; Τί κάνω εδώ; Τι με κρατάει; Να φύγω. Πού να πάω; Ποιος θα με δεχτεί έτσι;   Να κοίτα βράχνιασα κιόλας. Δεν είμαι εγώ για ομιλίες.  Άσε. Θα κάτσω εδώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου